- ἀρχιτελώνης
- ἀρχιτελώνηςchief toll-collectormasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αρχιτελώνης — ο (AM ἀρχιτελώνης) ο ανώτατος τελώνης … Dictionary of Greek
ἀρχιτελώνην — ἀρχιτελώνης chief toll collector masc acc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἀρχιτελώνου — ἀρχιτελώνης chief toll collector masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
αρχι- — (AM ἀρχι ). [ΕΤΥΜΟΛ. Α συνθετικό λέξεων (κυρίως διοικητικών όρων) της αρχαίας, μεσαιωνικής και νέας Ελληνικής, καθώς επίσης και ξένων, ελληνογενούς ή μη προελεύσεως, τύπων. Το αρχι , το οποίο λίγο μετά την Ομηρική εποχή άρχισε να αντικαθιστά το… … Dictionary of Greek
ζακχαίος — Όνομα αγίων της Ανατ. και της Δυτ. Εκκλησίας. 1. Ζ. ο μάρτυς. Καταγόταν από τα Γάδειρα της Ισπανίας. Μαρτύρησε με ξίφος μαζί με τον Αλφαίο. Η μνήμη του τιμάται στις 18 Νοεμβρίου. 2. Ζ. ο απόστολος. Αρχιτελώνης της Ιεριχούς. Λέγεται ότι ήταν… … Dictionary of Greek
Αλή Καπτάνιος — (18ος–19ος αι.).Τούρκος αρχιτελώνης, αγάς της Μονεμβασιάς κατά την προεπαναστατική περίοδο. Καταδίωξε τα ελληνικά πλοία που υποστήριξαν τους Ρώσους το 1807 και διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη φυλάκιση των Υδραίων προκρίτων από τους Γάλλους στα… … Dictionary of Greek
ՄԱՔՍԱՊԵՏ — (ի.) NBH 2 0232 Chronological Sequence: Early classical, 12c գ. ἁρχιτελώνης princeps publicanorum. Պետ եւ վերակացու մաքսի. գլխաւորն մաքսաւորաց. ... *Զակքէոս, եւ նա էր մաքսապետ. Ղկ. ՟Ժ՟Թ. 9: *Մատթէոս մաքսաւորն եւ մաքսապետ. Ոսկ. մ. ՟Ա. 1: *Կապեաց… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)
ЗАКХЕЙ — [греч. Ζακχαῖος от евр. , лат. Zacchaeus], начальник мытарей в Иерихоне, встреча к рого с Иисусом Христом привела к покаянию и изменению жизни (Лк 19. 1 10) (пам. греч. 20 апр.). Словом «мытарь» (τελώνης) в рим. период называли сборщиков пошлин,… … Православная энциклопедия